Οι διαδικτυακές αγορές συνεχίζουν να αυξάνονται στην ΕΕ. Οι αγορές υψηλής ταχύτητας που επηρεάστηκαν από τους περιορισμούς λόγω της νόσου COVID-19 και οι αλλαγές στις συνήθειες και τις προτιμήσεις είχαν επιπτώσεις στο ηλεκτρονικό εμπόριο.
Κατά τους 12 μήνες πριν από την έρευνα του 2021, το 90 % των ατόμων ηλικίας 16 έως 74 ετών στην ΕΕ είχαν χρησιμοποιήσει το διαδίκτυο, το 74 % των οποίων είχε αγοράσει ή παραγγείλει αγαθά ή υπηρεσίες για ιδιωτική χρήση. Οι διαδικτυακές αγορές αυξήθηκαν κατά 1 ποσοστιαία μονάδα (π.μ.) σε σύγκριση με το 2020 (73 % των χρηστών του διαδικτύου) και κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2016 (63 %).
Τα υψηλότερα ποσοστά χρηστών του διαδικτύου που αγόρασαν ή παρήγγειλαν αγαθά ή υπηρεσίες μέσω του διαδικτύου κατά τους 12 μήνες πριν από την έρευνα καταγράφηκαν στις Κάτω Χώρες (94 %), τη Δανία (92 %) και τη Σουηδία (89 %). Από την άλλη πλευρά, λιγότερο από το 50 % είχε πραγματοποιήσει διαδικτυακές αγορές στη Ρουμανία (44 %) και στη Βουλγαρία (42 %).
Κατά την τελευταία πενταετία, οι μεγαλύτερες αυξήσεις στις διαδικτυακές αγορές μεταξύ των χρηστών του διαδικτύου καταγράφηκαν στην Τσεχία (+ 27 εκατοστιαίες μονάδες), στη Σλοβενία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία (όλες + 26 εκατοστιαίες μονάδες), καθώς και στην Κροατία και τη Λιθουανία (αμφότερες + 25 εκατοστιαίες μονάδες).
Ενδύματα, υποδήματα και εξαρτήματα: πιο κοινή online αγορά
Κατά τους 3 μήνες πριν από την έρευνα, οι συνηθέστερες διαδικτυακές αγορές αγαθών ήταν τα ρούχα (συμπεριλαμβανομένων των αθλητικών ενδυμάτων), τα παπούτσια ή τα αξεσουάρ (που παραγγέλθηκαν από το 68 % των διαδικτυακών αγοραστών). Τα φορετά προϊόντα ακολουθήθηκαν από παραδόσεις από εστιατόρια, αλυσίδες ταχείας εστίασης και υπηρεσίες τροφοδοσίας (31 %), έπιπλα, εξαρτήματα σπιτιού ή προϊόντα κηπουρικής (29 %), καλλυντικά, προϊόντα ομορφιάς ή ευεξίας (27 %), και στη συνέχεια έντυπα βιβλία, περιοδικά ή εφημερίδες (25 %), αθλητικά είδη (εξαιρουμένων των αθλητικών ενδυμάτων) (24 %), υπολογιστές, ταμπλέτες, κινητά τηλέφωνα ή τα εξαρτήματά τους (23 %) και παιδικά παιχνίδια ή είδη παιδικής φροντίδας (20 %).