Στις 9 και 10 Μαΐου στο πλαίσιο του Βραβείου Κοινού Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου LUX μπορείτε να παρακολουθήσετε δωρεάν τις προβολές των τριών φιναλίστ ταινιών που διοργανώνει το Γραφεíο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα στο Cine Αστορ (Αθήνα).
– Κβο Βάντις, Αϊντα
– Flee
– Mεγάλη Απόδραση
Oι Τρεις ταινίες έχουν επιλεγεί ως υποψήφιες για τη δεύτερη διοργάνωση του Βραβείου Κοινού LUX. Για να αναδειχθεί η νικήτρια ταινία, χρειάζεται η ψήφο σας. Βαθμολογήστε τις ταινίες που έχετε παρακολουθήσει χρησιμοποιώντας το σύστημα βαθμολόγησης: ένα αστέρι – κακή, πέντε αστέρια – εξαιρετική.
Η ψηφοφορία άρχισε στις 12 Δεκεμβρίου 2021. Έχετε προθεσμία έως τις 25 Μαΐου 2022 για να αλλάξετε τη βαθμολογία σας. Λαμβάνεται υπόψη μόνον η πιο πρόσφατη ψήφος σας.
Τυχαία επιλεγμένοι συμμετέχοντες στην ψηφοφορία θα κερδίσουν* την ευκαιρία να παραστούν στην τελετή απονομής του Βραβείου Κοινού LUX, που θα πραγματοποιηθεί στις 8 Ιουνίου 2022 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο. * Εάν το επιτρέψουν οι πλέον πρόσφατοι περιορισμοί λόγω της νόσου COVID-19 στη Γαλλία.
Fevgo (Φεύγω)
© Final Cut For Real
Δανία, Γαλλία, Σουηδία | 90 | 2021
Σύνοψη:
Ο Amin Nawabi (ψευδώνυμο), ένας 36χρονος διακεκριμένος πανεπιστημιακός, παλεύει με ένα οδυνηρό μυστικό που το έχει κρατήσει κρυμμένο 20 χρόνια. Το μυστικό αυτό απειλεί να εκτροχιάσει τη ζωή που έχει φτιάξει ο Amin για τον ίδιο και για τον μέλλοντα σύζυγό του. Ο Amin διηγείται για πρώτη φορά στον σκηνοθέτη Jonas Poher Rasmussen —στενό φίλο και συμμαθητή του από το γυμνάσιο— την ιστορία του απίστευτου ταξιδιού που έκανε ως παιδί πρόσφυγας από το Αφγανιστάν.
Η ιστορία παρουσιάζεται ως επί το πλείστον με κινούμενα σχέδια για να προστατευτεί η ταυτότητα του Amin. Μέσα από τις ειλικρινείς συνεντεύξεις μεταξύ του Jonas και του Amin, το «Fevgo (Φεύγω)» διηγείται μια μοναδική ιστορία αυτοανακάλυψης. Μας δείχνει ότι μπορούμε να χαράξουμε το μέλλον μόνον αφού αντιμετωπίσουμε το παρελθόν και ότι για να βρούμε τι πραγματικά σημαίνει «σπίτι» πρέπει να σταματήσουμε να δραπετεύουμε από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Σχετικά με την ταινία:
Το Fevgo (Φεύγω), ένα από τα πιο καθηλωτικά ντοκιμαντέρ με κινούμενα σχέδια των τελευταίων ετών, καταγράφει μοναδικά τις αγωνιώδεις προσπάθειες ενός Αφγανού πρόσφυγα να βρει άσυλο στο εξωτερικό, μέσα από μια διαδρομή που είναι κάθε άλλο παρά ευθύγραμμη. Ο Δανός σκηνοθέτης Jonas Poher Rasmussen βρίσκει μοναδικούς τρόπους για να ανασύρει τις μνήμες του πρωταγωνιστή του, τις οποίες αποκρυσταλλώνει σε μια αφήγηση που είναι σαν κλασική ιστορία με σασπένς αλλά με όλη την αξιοπιστία ενός ντοκιμαντέρ.
Επιλογή για το Φεστιβάλ των Καννών 2020, το Fevgo (Φεύγω) περίμενε μισό χρόνο για να κάνει πρεμιέρα στο διαγωνιστικό τμήμα για ξενόγλωσσα ντοκιμαντέρ στο φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance, όπου απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής και ήταν μία από τις ταινίες που αγαπήθηκαν περισσότερο στο φεστιβάλ.
Ήδη από τα πρώτα λεπτά η ταινία ξεκινάει με μία από τις πολλές μεγάλες στιγμές της, καθώς ο Amin (όλοι οι κύριοι χαρακτήρες έχουν ψευδώνυμα για να προστατευτεί η ανωνυμία τους) ξαπλώνει σε έναν άνετο καναπέ και ετοιμάζεται να διηγηθεί την εντυπωσιακή ιστορία του στον Rasmussen. Στη συνέχεια, καθώς κι εμείς στο ακροατήριο μόλις έχουμε τακτοποιηθεί στις θέσεις μας, η κλακέτα του σκηνοθέτη εμφανίζεται στο πλάνο, οι δύο βασικοί χαρακτήρες γελάνε και αρχίζει η ταινία. Και όλα αυτά αποδίδονται με κινούμενα σχέδια σχεδιασμένα στο χέρι, με τις λόξες γραμμές και τις ατέλειες ενός σκίτσου. Σε ποια πραγματικότητα βρισκόμαστε; Η υποκειμενική πραγματικότητα και ο τρόπος με τον οποίον την αντιλαμβανόμαστε αποτελούν βασικά στοιχεία αυτής της ταινίας.
Η αριστοτεχνική πινελιά της χρήσης κινουμένων σχεδίων για να απεικονίσει —κυριολεκτικά— την ιστορία του Amin έγκειται στο ότι η πολύχρωμη μαγεία τους και οι υπερβολές όσον αφορά τον χώρο και τις διαστάσεις μας φέρνουν πιο κοντά σε μια αίσθηση πραγματικής «πρόσβασης» στη μνήμη, κάπως σαν τα χρωματικώς κωδικοποιημένα επίπεδα της αφήγησης στο έργο του Christopher Nolan.
Σε αντίθεση με πολλές ιστορίες μεταναστών στις σύγχρονες ταινίες, το Fevgo (Φεύγω) εκτυλίσσεται σε μια προγενέστερη εποχή —στα τελευταία στάδια του αφγανοσοβιετικού πολέμου στα τέλη της δεκαετίας του 1980— όπου η φυγή είχε γίνει η μόνη επιλογή για τον άμαχο πληθυσμό. Ωστόσο, η σύνδεση με τη σύγχρονη προσφυγική κρίση είναι προφανής.
Στα πρώτα χρόνια της εφηβείας του, ο Amin έφυγε αρχικά από το Αφγανιστάν, μαζί με την ταλαιπωρημένη μητέρα του και τα τρία μεγαλύτερα αδέλφια του, για τη Ρωσία, τη μόνη χώρα που τους δεχόταν. Ωστόσο, η λύση αυτή ήταν απλώς προσωρινή, καθώς έληξαν οι ρωσικές βίζες τους και η χώρα βυθίστηκε σε αναταραχή μετά την πτώση του κομμουνισμού. Η ταινία, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, ακολουθεί τις ολοένα και πιο άτυχες και καφκικές προσπάθειες του Amin να εγκατασταθεί σε μια πιο ασφαλή χώρα της Δυτικής Ευρώπης. Βέβαια, ένας άνθρωπος δεν καθορίζεται μόνον από το πολιτικό καθεστώς του, και ένας βασικός άξονας σε αυτή την ιστορία είναι η κουίρ σεξουαλικότητα του Amin που αρχίζει να αναπτύσσεται· βλέπουμε τις προσπάθειες που κάνει για να κρύψει το γεγονός αυτό από την οικογένειά του, καθώς και το πώς ανακαλύπτει τις επιθυμίες του κρυφά και με συνομηλίκους του.
Τα κινούμενα σχέδια, που δημιουργήθηκαν από το Sun Creature Studio, με έδρα την Κοπεγχάγη, δεν μας κρατούν σε απόσταση από τα συγκλονιστικά γεγονότα που εκτυλίσσονται. Οι αρχικές σκηνές στην Καμπούλ των αρχών της δεκαετίας του 1980 είναι μια πανδαισία χρωμάτων και εικόνων, επενδυμένες με την αυτοαναφορική μουσική υπόκρουση του Take On Me των a-ha, που —φυσικά— έχει ένα διάσημο μουσικό βίντεο κινουμένων σχεδίων.
Αργότερα, οι δαιδαλώδεις δρόμοι της Αγίας Πετρούπολης μοιάζουν σαν να περνάει από πάνω τους μια μαζική εξέγερση κάθε μέρα, και υπάρχει μια σεκάνς στη θάλασσα με ένα τεράστιο επιβατηγό σκάφος, τόσο ατμοσφαιρική που προκαλεί δέος.
Το έναυσμα για την ταινία προέκυψε από τη φιλία του σκηνοθέτη με τον πρωταγωνιστή —γνωρίστηκαν στο γυμνάσιο και ο Rasmussen πάντα είχε την περιέργεια να ακούσει από τον Amin με ποιον ακριβώς τρόπο κατέληξε στη Δανία. Οι πιο πολλοί έχουμε έναν στενό φίλο που ξέρουμε ότι η ζωή του θα γινόταν υπέροχο θέμα για ταινία. Εδώ, ο Rasmussen γυρίζει στην πραγματικότητα αυτή την υποθετική ταινία και πρόκειται για ένα διαμάντι.
Η ταινία Fevgo (Φεύγω) είναι μια συμπαραγωγή Δανίας, Γαλλίας, Σουηδίας και Νορβηγίας. Η παραγωγή της ταινίας έγινε από τις εταιρείες Final Cut For Real και Sun Creature στη Δανία, σε συμπαραγωγή με τις Vivement Lundi, Most Film και Mer Film και σε συνεργασία με τις Left Handed Films και Vice Studios. Υπεύθυνη για τις πωλήσεις σε διεθνές επίπεδο είναι η Cinephil. David Katz, Cineuropa
Μεγάλη Απόδραση – Megali Apodrash
© FreibeuterFilm, Rohfilm Productions
Αυστρία, Γερμανία | 116 min | 2021
Σύνοψη:
Στη μεταπολεμική Γερμανία, ο Hans φυλακίζεται επανειλημμένα επειδή είναι ομοφυλόφιλος. Η λαχτάρα του να ζήσει ελεύθερος αποδεικνύεται όνειρο απατηλό όταν κρίνεται ένοχος για παραβίαση της παραγράφου 175 του γερμανικού Ποινικού Κώδικα. Μόνη σταθερά στη ζωή του αποτελεί πια ο επί μακρόν συγκρατούμενός του, ο Viktor, που έχει καταδικαστεί για φόνο. Η απέχθεια που νιώθει ο ένας για τον άλλον σταδιακά μετατρέπεται σε αγάπη.
Σχετικά με την ταινία:
Πρόκειται για τη δεύτερη ταινία μεγάλου μήκους του Αυστριακού σκηνοθέτη Sebastian Meise, η οποία έκανε πρεμιέρα στην ενότητα Un Certain Regard του Φεστιβάλ των Καννών όπου και κέρδισε το βραβείο της Επιτροπής του Φεστιβάλ (Prix du Jury). Έκτοτε κερδίζει το ένα βραβείο μετά το άλλο στα διεθνή φεστιβάλ.
Ο Franz Rogowski είναι ένας από τους πλέον ταλαντούχους νέους ηθοποιούς της εποχής μας. Με κάθε νέο ρόλο του, εμπλουτίζει την υποκριτική του τέχνη με νέες πτυχές, ξεχωριστές και διακριτικές, σαν χημικά στοιχεία που δεν έχουν ακόμη ταξινομηθεί και ονομαστεί. Έχει υποδυθεί τον επικίνδυνο τύπο (στην ταινία Victoria), τον τραγικό και ρομαντικό ήρωα (στην ταινία Transit) και τώρα, στο Μεγάλη Απόδραση (Megali Apodrash), έναν χαρακτήρα με χρυσή καρδιά.
Ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Rogowski στην ταινία, ο Hans Hoffmann, είναι η επιτομή της διάσημης φράσης με την οποία ξεκινά Η Δίκη του Κάφκα: «χωρίς να έχει κάνει τίποτα κακό, ένα ωραίο πρωί συνελήφθη». Το «έγκλημα» στην περίπτωση του Hans είναι οι ομοφυλοφιλικές του σχέσεις.
Η ταινία συνδέει με άψογο τρόπο μια σειρά θεμάτων και αφηγημάτων. Εξετάζει σε βάθος τη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας, τη ζωή των ομοφυλοφίλων πριν από την αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας και τον τρόπο με τον οποίον η νεκρωτική επίδραση της φυλάκισης δημιουργεί μια φυλακή για το πνεύμα που καθιστά τη φυλακή για το σώμα σχεδόν περιττή. Δεν εμβαθύνει στο γιατί η Γερμανία συνέχισε να είναι εχθρική απέναντι στο διαφορετικό ακόμη και μετά την ήττα της στον πόλεμο αλλά, παραδόξως, η παράλειψη αυτή δεν ξενίζει τον θεατή. Ο Meise προσφέρει απλόχερα τις συνήθεις συγκινήσεις των «ταινιών φυλακής». Τις οικειοποιείται για να εξυπηρετήσει τους δικούς του σκοπούς. Βλέπουμε τους αναμενόμενους καβγάδες στο «προαύλιο», τις νύχτες στην απομόνωση, ενώ γίνεται νύξη και για μια πιθανή απόδραση. Η πραγματικότητα που περιγράφεται όμως δεν είναι μόνο ζοφερή· υπάρχουν χαλαρές στιγμές και —φυσικά— σεξ.
Η ταινία εκτυλίσσεται σε τρία αλληλένδετα χρονικά πλαίσια, το ένα απόρροια του άλλου σαν ρωσικές κούκλες, με συνδετικό κρίκο τον Hans που επιστρέφει ξανά και ξανά στην ίδια φυλακή υψίστης ασφάλειας καταδικασμένος για μια σειρά ομοφυλοφιλικών πράξεων. Το γεγονός ότι συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω (δεν υπάρχει εδώ οργουελιανή αστυνομία σκέψης) επιβαρύνει τη θέση του. Ένα πρόσωπο που εμφανίζεται σε κάθε χρονική περίοδο —1945, 1957 και 1968 (το έτος πριν από την αποποινικοποίηση)— είναι ο Viktor, τον οποίον υποδύεται ο επίσης καταξιωμένος Αυστριακός ηθοποιός Georg Friedrich. Έχει καταδικαστεί σε ισόβια για φόνο και είναι, τουλάχιστον στην αρχή, φανατικός ομοφοβικός. Με την πάροδο του χρόνου η σχέση μεταξύ των δύο ανδρών θα εξελιχθεί —σχεδόν— σε ερωτικό δεσμό. David Katz, Cineuropa
Η ταινία Μεγάλη Απόδραση (Megali Apodrash) είναι συμπαραγωγή Αυστρίας και Γερμανίας. Παραγωγοί της ταινίας είναι οι εταιρείες FreibeuterFilm (Αυστρία) και Rohfilm Productions (Γερμανία). Υπεύθυνη για τις πωλήσεις της ταινίας διεθνώς είναι η εταιρεία The Match Factory.
Κβο βάντις Άιντα; (Quo vadis Aida?)
© Deblokada
Σύνοψη
Βοσνία, 11 Ιουλίου 1995. Η Aida είναι μεταφράστρια για τον ΟΗΕ στη μικρή πόλη της Σρεμπρένιτσα. Όταν ο σερβικός στρατός καταλαμβάνει την πόλη, η οικογένειά της βρίσκεται μεταξύ των χιλιάδων αμάχων που αναζητούν καταφύγιο στο στρατόπεδο του ΟΗΕ. Η Aida είναι παρούσα στις διαπραγματεύσεις και έχει πρόσβαση σε κρίσιμες πληροφορίες τις οποίες καλείται να μεταφράσει. Ποια μοίρα περιμένει την οικογένεια και τους ανθρώπους της; Θα σωθούν ή θα πεθάνουν; Τι πρέπει να κάνει;
Σχετικά με την ταινία:
Αν και δεν έχει καμία σχέση με το ιστορικό μυθιστόρημα του Henryk Sienkiewicz για τον διωγμό των πρώτων Χριστιανών στη Ρώμη, το Quo Vadis, Aida?, της Jasmila Žbanić, είναι μια ταινία συγκλονιστική. Και υπάρχουν πολλοί που συμφωνούν, αν λάβουμε υπόψη ότι η ταινία ήταν από τις πλέον επιτυχημένες το 2020, ξεκινώντας με την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας και συνεχίζοντας θριαμβευτικά σε πολλά σημαντικά φεστιβάλ κινηματογράφου, όπως τα φεστιβάλ Arras, Les Arcs και Λουξεμβούργου. Έκλεισε τη χρονιά κερδίζοντας βραβείο Independent Spirit Award στην κατηγορία Καλύτερης Ξένης Ταινίας και υποψηφιότητες για βραβείο BAFTA στις κατηγορίες Καλύτερης Ξένης Ταινίας και Καλύτερης Σκηνοθεσίας (η πρώτη υποψηφιότητα σκηνοθέτη από τη Βοσνία στην ιστορία των βραβείων) και για βραβείο Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας.
Η ταινία, με καταιγιστικό ρυθμό και αμείλικτη αφήγηση, ακολουθεί την Aida (η εξαιρετική Jasna Đuričić), μια δασκάλα που έχει γίνει διερμηνέας για τα Ηνωμένα Έθνη στη Σρεμπρένιτσα και προσπαθεί να ορθοποδήσει μέσα στο χάος που δημιουργείται ξαφνικά, μετά την κατάληψη από τον σερβικό στρατό. Στην καρδιά της ιστορίας βρίσκονται επίσης ο σύζυγος (Izudin Bajrović) και οι δύο γιοι της (Boris Ler και Dino Bajrović), οι οποίοι εξακολουθούν να βρίσκονται κάπου ανάμεσα στο πλήθος που ικετεύει για καταφύγιο στο στρατόπεδο.
Η αγωνιώδης προσέγγιση της ταινίας στο θέμα του πολέμου θυμίζει κάπως τη Δουνκέρκη, καθώς η Aida κυριολεκτικά τρέχει για να σώσει την οικογένειά της. Όντας ο άνθρωπος που βρίσκεται διαρκώς δίπλα σε εκείνους που υποτίθεται ότι έχουν τον έλεγχο, γνωρίζει πολλά· υπερβολικά πολλά για να μπορεί να δεχτεί απλώς τις υποσχέσεις τους και να μην έχει ενδοιασμούς όταν επαναλαμβάνει κενές λέξεις μπροστά στους κουρασμένους και μπερδεμένους συμπατριώτες της. Της λένε, σε δύο γλώσσες φυσικά, ότι οι Ολλανδοί έκλεισαν την πύλη, παρόλο που η Σρεμπρένιτσα έχει ανακηρυχθεί ασφαλής ζώνη από τον ΟΗΕ.
Καθώς ο χρόνος τελειώνει και ο χώρος μοιάζει να συρρικνώνεται, η ταινία της Žbanić (σε μοντάζ του μάγου Jarosław Kamiński, που είχε κάνει και το μοντάζ της ταινίας «Ψυχρός Πόλεμος») εξελίσσεται σε κανονικό θρίλερ. Πραγματικά, το μόνο που λείπει είναι ένα χρονόμετρο αντίστροφης μέτρησης όπως στη σειρά 24. Αλλά —και εδώ πιθανόν δεν χρειάζεται ειδοποίηση για spoiler μια που όλοι γνωρίζουμε τη φρικιαστική κατάληξη στη Σρεμπρένιτσα— μην περιμένετε από μηχανής θεούς ή ανατροπές της τελευταίας στιγμής στην ιστορία αυτή· ακόμη και ο άνθρωπος που είναι πεπεισμένος ότι θα έρθει βοήθεια κλείνεται τελικά σε ένα δωμάτιο και ζητάει να τον αφήσουν ήσυχο. Αυτή η βαριά ατμόσφαιρα ταιριάζει με το θέμα, αλλά η ταινία είναι επίσης καθηλωτική και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα.
Ο ρυθμός επιβραδύνεται μόνο για ένα φλασμπάκ σε μια πιο ευτυχισμένη εποχή, στον διαγωνισμό Καλύτερου Χτενίσματος Ανατολικής Βοσνίας. Ωστόσο, σύντομα η δράση επιστρέφει στο σήμερα και στις υπεκφυγές απέναντι στις ερωτήσεις και στη μόνιμη απορία «τι λέει;!», που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, παρόλο που κανείς δεν θέλει να ξέρει… Δεν μας προκαλεί έκπληξη το ότι, χωρίς να σπαταλάει ούτε στιγμή —και σίγουρα όχι για δραματικούς μονολόγους, η Žbanić (η οποία έχει κερδίσει και Χρυσή Άρκτο για την ταινία «Grbavica») καταφέρνει να μας παρουσιάσει όλες τις πτυχές του πολέμου: την έλλειψη επικοινωνίας, το πόσο ανήμποροι είναι σχεδόν όλοι οι εμπλεκόμενοι παρά τα μεγάλα λόγια τους, και τη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει διέξοδος· μια διαπίστωση που μας παγώνει ξαφνικά σαν κρύος ιδρώτας. Δεδομένου ότι δεν μιλάει για κάποιο μακρινό παρελθόν, αλλά για ένα γεγονός από το 1995 —που η Žbanić το έχει ήδη περιγράψει ως «τεράστιο τραύμα για όλους τους Βόσνιους», η ταινία είναι ακόμη πιο τρομακτική, ιδίως όταν τη δούμε μέσα από το πρίσμα όλων εκείνων που φωνάζουν για «πατριωτισμό» σήμερα. Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι στο Quo Vadis, Aida?, οι άνθρωποι που κρατούν τα όπλα είναι γνωστοί —παλιοί μαθητές της Aida από το σχολείο, κάποιος φίλος από το πανεπιστήμιο… Είναι παράλογο και τρομακτικό και μπορεί να συμβεί ξανά.
Η ταινία Quo vadis, Aida? είναι μια παραγωγή της Deblokada Produkcija, συμπαραγωγή των Coop99, Digital Cube, Extreme Emotions, Indie Prod, N279 Entertainment, Razor Film Produktion, Tordenfilm AS, Österreichischer Rundfunk (ORF), TV ARTE/ ZDF, Radio Television of BiH και TRT. Υπεύθυνη για τις πωλήσεις σε διεθνές επίπεδο είναι η Indie Sales. Marta Bałaga, Cineuropa
LUX – Το Ευρωπαϊκό Κινηματογραφικό Βραβείο Κοινού
LUX – Το Ευρωπαϊκό Κινηματογραφικό Βραβείο Κοινού (σύντομη ονομασία: Βραβείο Κοινού LUX) εγκαινιάστηκε το 2020 και παρουσιάζεται κάθε χρόνο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τη European Film Academy, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το δίκτυο Europa Cinemas.
Το βραβείο βασίζεται στο πρώην Βραβείο LUX, το κινηματογραφικό βραβείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθιερώθηκε το 2007 ως σύμβολο της δέσμευσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον πολιτισμό, και στο People’s Choice Award της European Film Academy.
Συνεχίζει να χτίζει γέφυρες πολιτισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη, στο πνεύμα των αρχικών στόχων του Βραβείου LUX, και να αναδεικνύει ταινίες που αφορούν καίρια ζητήματα του ευρωπαϊκού δημόσιου διαλόγου.
Το βραβείο αποσκοπεί στην ενίσχυση των δεσμών μεταξύ της πολιτικής και των πολιτών και καλεί το ευρωπαϊκό κοινό να πρωταγωνιστήσει ενεργά ψηφίζοντας τις αγαπημένες του ταινίες.